Η αναμέτρηση Ινδίας–Πακιστάν έχει προκαλέσει έντονη διεθνή ανησυχία, καθώς πρόκειται για δύο χώρες με πυρηνικά οπλοστάσια, και η σύγκρουση που έχει ξεσπάσει δεν φαίνεται να αποκλιμακώνεται σύντομα- ενώ παράλληλα δίνει και μαθήματα/ διδάγματα τα οποία παρουσιάζουν έντονο ενδιαφέρον για την Ελλάδα.
Στην παρούσα φάση, μετά την ινδική αεροπορική επίθεση και αυτό που φαίνεται πως ήταν μια μεγάλη αερομαχία, η σύγκρουση φαίνεται να αποτελεί σε μεγάλο βαθμό έναν πόλεμο «εξ αποστάσεως», με τις δύο πλευρές να εξαπολύουν πυραύλους, πυρά πυροβολικού και drones εναντίον του αντιπάλου από την επικράτειά τους. Την Πέμπτη η Ινδία κατηγόρησε το Πακιστάν πως εξαπέλυσε κύματα drones και πυραύλων εναντίον τριών βάσεων στο τμήμα του Κασμίρ που ελέγχει η ίδια και στο έδαφός της- κάτι που το Πακιστάν αρνήθηκε, ενώ υποστήριξε ότι κατέρριψε δεκάδες ινδικά drones. Νωρίς το Σάββατο το Πακιστάν είπε ότι εξαπέλυσε πλήγματα στην Ινδία μετά από ινδικές επιθέσεις σε βάσεις του, κάνοντας λόγο και για καταστροφή ινδικών S-400, με την Ινδία να διαψεύδει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πλήγματα από το Πακιστάν μετά από κατηγορίες για ινδικές επιθέσεις σε βάσεις του: Λέει πως κατέστρεψε S-400, διαψεύδει η Ινδία
Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του BBC, ειδικοί λένε ότι το μοντέλο αυτό (επίθεση- απάντηση) σηματοδοτεί μια επικίνδυνη νέα φάση στην αντιπαράθεση των δύο χωρών, καθώς τα drones – «αθόρυβα», τηλεχειριζόμενα και παρέχοντας τη δυνατότητα διάψευσης σε αυτόν που τα χρησιμοποιεί- ανοίγουν ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία σύγκρουσής τους.
Τι δείχνουν τα στοιχεία για τη σύγκρουση ως τώρα

Από το πρωί της Τετάρτης ως την Παρασκευή το Πακιστάν έλεγε ότι ινδικές αεροπορικές επιθέσεις και διασυνοριακά πυρά είχαν σκοτώσει πάνω από 30 άτομα και τραυματίσει πάνω από 50 στο ελεγχόμενο από το ίδιο Κασμίρ και στο έδαφός του. Η Ινδία έλεγε πως τουλάχιστον 16 άμαχοι είχαν σκοτωθεί από πακιστανικά πυρά. Υπενθυμίζεται πως η Ινδία λέει ότι η αεροπορική της επίθεση ήταν αντίποινα σε μια τρομοκρατική επίθεση κατά Ινδών τουριστών στο Παχαλγκάμ τον προηγούμενο μήνα, κάτι που το Ισλαμαμπάντ αρνείται.
Το Πακιστάν είπε την Πέμπτη ότι κατέρριψε 25 ινδικά drones σε διάφορες πόλεις (κυρίως ισραηλινής προέλευσης Harop), ενώ η Ινδία λέει ότι έχει εξουδετερώσει πακιστανικά ραντάρ και συστήματα αεράμυνας, μεταξύ των οποίων ένα στη Λαχώρη (με το Πακιστάν να διαψεύδει). Το Πακιστάν είπε το Σάββατο πως προέβη σε αντίποινα σε βάρος της Ινδίας, την οποία κατηγόρησε για επιθέσεις εναντίον τριών αεροπορικών του βάσεων- μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι χτύπησε και ινδικούς S-400. Η Ινδία διέψευσε πως υπήρξαν ζημιές σε στρατιωτικές υποδομές, κάνοντας λόγο για εκστρατεία παραπληροφόρησης από το Πακιστάν.
Εξαιρετικά μεγάλης σημασίας είναι το κεφάλαιο του αεροπορικού πολέμου: Το «άνοιγμα» της σύγκρουσης, με την ινδική αεροπορική επίθεση, ίσως να ήταν η μεγαλύτερη αερομαχία που έχει λάβει χώρα εδώ και δεκαετίες, με αναφορές να κάνουν λόγο για πάνω από 100 αεροσκάφη (125, σύμφωνα με πακιστανική πηγή). Επίσης, φαίνεται ότι έγινε χρήση μακράς εμβέλειας πυραύλων αέρος- αέρος (σε αποκαλούμενες συγκρούσεις BVR- beyond visual range, χωρίς οπτική επαφή), όπως ο κινεζικός PL-15 που διαθέτει το Πακιστάν (σημειώνεται πως η Ινδία διαθέτει Meteor, τους οποίους φέρουν τα Rafale)– ενώ ένας από τους «πρωταγωνιστές» της αερομαχίας φαίνεται πως ήταν το κινεζικής προέλευσης μαχητικό J-10 που διαθέτει το Πακιστάν.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τι ινδικά μαχητικά υποστηρίζει ότι κατέρριψε το Πακιστάν- Καταρρίφθηκαν όντως Rafale;
Οι Πακιστανοί υποστήριξαν ότι πέντε ινδικά αεροσκάφη καταρρίφθηκαν, περιλαμβανομένων τριών προηγμένων Rafale, γαλλικής προέλευσης. Αναφορές από τη Δύση και υλικό που κυκλοφόρησε online φαίνεται να υποδεικνύουν ότι καταρρίφθηκε τουλάχιστον ένα. Ως προς τη φύση της αερομαχίας, φαίνεται ότι τα αεροσκάφη των δύο πλευρών αντάλλασσαν πυραύλους σε μεγάλες αποστάσεις, παραμένοντας στους εναέριους χώρους τους- χωρίς ωστόσο να αποκλείεται να υπήρξαν περιστατικά κατάρριψης από αντιαεροπορικούς πυραύλους ή κλειστές αερομαχίες, ή ακόμα και από πυρά φιλικών δυνάμεων. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια αεροπορική μάχη η οποία θα αναλυθεί ενδελεχώς από πολεμικές αεροπορίες ανά τον κόσμο όσον αφορά στις τακτικές, τις τεχνικές και τις διαδικασίες, τι λειτούργησε και τι όχι- και ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους για αυτό είναι η χρήση σύγχρονων κινεζικής προέλευσης οπλικών συστημάτων εναντίον αντίστοιχων δυτικής προέλευσης (σημειώνεται πως δύο Αμερικανοί αξιωματούχοι είπαν στο Reuters ότι ένα πακιστανικό J-10 κατέρριψε τουλάχιστον δύο ινδικά αεροσκάφη, από τα οποία τουλάχιστον το ένα ήταν Rafale). Για την Ελλάδα παρουσιάζει προφανώς ιδιαίτερο ενδιαφέρον το θέμα της χρήσης του προηγμένου γαλλικού μαχητικού 4,5 γενεάς που αποτελεί το πιο σύγχρονο αεροσκάφος που διαθέτει τη στιγμή αυτή η Πολεμική Αεροπορία.

Μια άλλη εξέλιξη που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι οι αναφορές το βράδυ της Παρασκευής από ινδικής πλευράς ότι το Πακιστάν εξαπέλυσε 300-400 τουρκικής προέλευσης drones (Asiguard SONGAR, σύμφωνα με αναφορές) αργά την Πέμπτη εναντίον ενός μεγάλου εύρους ινδικών στόχων (36), 50 εκ των οποίων καταρρίφθηκαν από αντιαεροπορικά πυροβόλα και 20 εξουδετερώθηκαν μέσω παρεμβολών. Πολλά φέρονται να ήταν άοπλα, κάτι που δείχνει ότι ενδεχομένως να δοκιμάζονταν οι άμυνες της Ινδίας- ωστόσο αρκετά είχαν κάμερες. Εν τέλει, σύμφωνα με την Ινδία, αναχαιτίστηκαν και εξουδετερώθηκαν όλα από την ινδική αεράμυνα, με την ινδική πλευρά να ανταποδίδει χτυπώντας τα πακιστανικά δίκτυα αεράμυνας.
Ο ινδικός στόλος drones είναι κυρίως ισραηλινού «DNA», με αναγνωριστικά UAV όπως τα Searcher και Heron, καθώς και περιφερόμενα πυρομαχικά Harpy και Harop, που επιτρέπουν πλήγματα ακριβείας. Επίσης η Ινδία δουλεύει πάνω σε τακτικές σμήνωσης drones (swarm) για κορεσμό της εχθρικής αεράμυνας. Το Πακιστάν έχει έναν μεγάλο και ποικιλόμορφο στόλο drones, τόσο εγχώριας παραγωγής όσο και εισαγόμενα, προερχόμενα από την Τουρκία και την Κίνα.
Χρήσιμα μαθήματα

Από την εν εξελίξει (τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές) αντιπαράθεση, μπορούν να προκύψουν κάποια συμπεράσματα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον και για την Ελλάδα. Κάτι που έχει φανεί και στην περίπτωση του πολέμου της Ουκρανίας είναι πως η ευρεία χρήση drones καθιστά πολύ «διαφανές» το πεδίο της μάχης του σύγχρονου πολέμου, μειώνοντας τον χρόνο αντίδρασης και αυξάνοντας την ακρίβεια των πολεμικών επιχειρήσεων. Τα drones μπορούν να μεταδίδουν συντεταγμένες για επιθέσεις ή ακόμα και να «φωτίζουν» στόχους με λέιζερ για να πλήττονται από άλλα όπλα. Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιούνται ως «δολώματα» για την καταστολή της αεράμυνας του αντιπάλου, ώστε να φανερώνονται οι θέσεις των συστημάτων της- κάτι που γίνεται ήδη ευρύτατα στην Ουκρανία- καθώς και να χρησιμοποιούνται σε αποστολές αυτοκτονίας, για να χτυπούν με ακρίβεια και χαμηλό κόστος εχθρικούς στόχους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Ασπίδα του Αχιλλέα»: Αυτό είναι το σχέδιο για τον «θόλο» προστασίας της Ελλάδας
Ωστόσο, αντίθετα με αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία, τα drones, αν και χρησιμοποιούνται ευρέως, δεν είναι οι «πρωταγωνιστές» της σύγκρουσης: Στο επίκεντρό της εξακολουθούν να βρίσκονται οι μεγάλοι στόλοι επανδρωμένων μαχητικών και των δύο πλευρών, που εξαπολύουν πυραύλους εναντίον του εχθρού- και οι απώλειες μαχητικών αποτελούν σοβαρά πλήγματα γοήτρου σε ένα «παιχνίδι» το οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποια πλευρά κερδίζει τις εντυπώσεις. Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με ΜΜΕ, από την πακιστανική πλευρά έχει αφεθεί να εννοηθεί εκ των προτέρων πως αυτό που συνέβαινε με τα drones ήταν μάλλον περισσότερο «προθέρμανση», και τα πραγματικά αντίποινα θα ήταν μεγάλα. Εν ολίγοις, φαίνεται πως οι μάχες μεταξύ μαχητικών αεροσκαφών και οι εξαπολύσεις μεγάλης κλίμακας πυραυλικών επιθέσεων από αεροσκάφη κατά χερσαίων στόχων (οι οποίες φαίνονταν να υποχωρούν από το προσκήνιο χάριν της ευρείας χρήσης drones) είναι ακόμα εδώ – και ότι τα drones δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μια καλά εξοπλισμένη και εκπαιδευμένη πολεμική αεροπορία, ούτε να αναλάβουν μόνα τους τα «σοβαρά», μεγάλα πλήγματα. Με βάση αυτό, γίνεται ακόμα πιο έντονα αντιληπτή η σημασία της υιοθέτησης και χρήσης «stealth» τεχνολογιών και αεροσκαφών 5ης γενεάς, που δίνουν σημαντικά πλεονεκτήματα απέναντι σε μια αεροπορία η οποία δεν διαθέτει τέτοια μέσα, όσον αφορά στην απόκτηση- διατήρηση εναέριας υπεροχής και την υποβάθμιση της εχθρικής αεράμυνας.

Το σημαντικότερο ενδεχομένως μάθημα, ωστόσο, αφορά στην ίδια τη φύση της σύγκρουσης: Οι δύο πλευρές δεν βρίσκονται «σε πόλεμο», αλλά ανταλλάσσουν πλήγματα από εντός των επικρατειών τους (κάτι παρεμφερές είδαμε- τουλάχιστον, εν μέρει- στην αναμέτρηση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν). Αυτό από μόνο του ενδεχομένως να δείχνει την ανάδειξη μιας νέας «ζώνης» μεταξύ «ειρήνης» και «πολέμου», όπου πλέον φαίνεται πως μια χώρα «μπορεί» να πλήττει μια άλλη με στρατιωτικά μέσα, αλλά χωρίς να θεωρείται ακριβώς «πόλεμος», καθώς γίνεται κάτω από ένα νοητό «κατώφλι» (πέρα από το οποίο βρίσκονται π.χ, η εισβολή και κατάληψη εδάφους).
Ανάλογα με τις επιδιώξεις μιας χώρας, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει χρήσιμο κομμάτι της «εργαλειοθήκης» της: Η Ινδία και το Πακιστάν, στη συγκεκριμένη φάση, δεν συγκρούονται για τον έλεγχο φυσικών πόρων ή την κατάληψη εδαφών- η αντιπαράθεση έχει να κάνει περισσότερο με την επιδίωξη να «δοθεί ένα μάθημα» στον αντίπαλο, υποβαθμίζοντας την εικόνα του διεθνώς (σημαντικό, ειδικά σε επίπεδο διεκδικήσεων, διαπραγματεύσεων κλπ) και ενδεχομένως και τις στρατιωτικές του δυνατότητες, ώστε να είναι πιο ευάλωτος σε πιέσεις- ώστε, για παράδειγμα, να εγκαταλείψει αξιώσεις/ κυριαρχικά δικαιώματα, να «αποστρατιωτικοποιήσει» περιοχές κλπ. Παράλληλα, μια τέτοιου είδους σύγκρουση, που περιλαμβάνει χρήση στρατιωτικής ισχύος αλλά όχι το μεγάλο ρίσκο ενός γενικευμένου πολέμου, μπορεί να ικανοποιήσει/ κατευνάσει το εσωτερικό κοινό σε περίπτωση που μια κυβέρνηση έχει ανάγκη κάτι τέτοιο.
Επιπλέον, πρέπει να υπογραμμιστεί πως μια σύγκρουση είδους όπως αυτού που περιγράφηκε έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει μεγάλη διάρκεια (αν και είναι νωρίς ακόμα για να ειπωθεί πως συμβαίνει κάτι τέτοιο μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν)- οπότε για να μπορέσει μια πλευρά να ανταπεξέλθει, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα τόσο να αμύνεται, όσο και να επιτίθεται με ανάλογα μέσα: Αν ο αντίπαλος εξαπολύει κύματα χαμηλού κόστους μη επανδρωμένων αεροσκαφών, πυραύλων κλπ, πρέπει να είναι δυνατή η απόκρουσή της με αποδοτικό τρόπο (δηλαδή χωρίς τη χρήση δυσανάλογων πόρων – πχ πυρομαχικών που κοστίζουν περισσότερο από τα drones που αναχαιτίζουν) και παράλληλα η εξαπόλυση ανταποδοτικών επιθέσεων ανάλογου κόστους και αποδοτικότητας. Αυτό προϋποθέτει μεγάλα αποθέματα τέτοιων μέσων ώστε να μην υπάρξει «εξάντληση» της μίας πλευράς, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να δώσει τέλος στη σύγκρουση «πετώντας λευκή πετσέτα» επειδή βρίσκεται σε μειονεκτική θέση- και ενδεχομένως να «συρθεί» σε διαπραγματεύσεις υπό συνθήκες και δεδομένα τα οποία δεν είναι ευνοϊκά για την ίδια.
Ένα σενάριο
Οπότε, για να ειπωθούν τα πράγματα με το όνομά τους, ας παρατεθεί ένα υποθετικό σενάριο σε αυτό το πνεύμα: Η Τουρκία κάποια στιγμή κρίνει πως οι συνθήκες επιτάσσουν/επιτρέπουν, αν όχι να «διαβεί τον Ρουβίκωνα», τουλάχιστον να «βουτήξει τα πόδια της στα νερά του», δηλώνοντας ότι «τελείωσε η υπομονή της» (ενδεχομένως με αφορμή κάποιου είδους προβοκάτσια) και να απαιτήσει άμεση «αποστρατιωτικοποίηση νησιών», αρχίζοντας «διασυνοριακές» επιθέσεις από αέρος, με πυροβολικό, πυραύλους και drones εναντίον δυνάμεων σε ελληνικά νησιά- κάτι παρεμφερές δηλαδή με αυτό που συμβαίνει μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν.
Η γνωστή ελληνική θέση είναι πως δεν υπάρχει «σημειακή κρίση» και ένα επεισόδιο δεν θα παρέμενε περιορισμένο σε ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο (ή περισσότερα) μα θα εξελισσόταν σε γενικευμένη σύρραξη. Μια «παράτολμη» ή «σίγουρη για το αποτέλεσμα» Τουρκία ωστόσο θα μπορούσε να επιχειρήσει να «τεστάρει» με τέτοιον τρόπο την αποφασιστικότητα της Ελλάδας, επιδιώκοντας να δημιουργήσει δίλημμα μεταξύ του να φανεί ότι η ελληνική πλευρά απάντησε «δυσανάλογα», και του να δεχτεί να ακολουθήσει τους τουρκικούς «κανόνες». Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει στο πλαίσιο μιας επιχείρησης άσκησης πίεσης χάριν της «Γαλάζιας Πατρίδας», με απώτερη επιδίωξη η Ελλάδα να αναγκαστεί στο τέλος να αποδεχτεί μειωμένη επήρεια νησιών στη χάραξη θαλάσσιων ζωνών απέναντι στην απειλή ενός επόμενου «σταδίου» – ενδεχόμενων επιθετικών ενεργειών κατά νησιών όπως το Καστελόριζο, η Σύμη, το Αγαθονήσι ή κάπου αλλού, με σκοπό την κατάληψη ελληνικού εδάφους ως δεύτερου βήματος στη «σκάλα κλιμάκωσης». Τονίζεται πως ο πραγματικός στόχος δεν θα ήταν η ίδια η κατάληψη και κατοχή ελληνικών εδαφών/ νησιών, μα αυτή (η οποία θα ήταν περίπλοκη υπόθεση εξαρχής) θα εντασσόταν στο πλαίσιο μιας στρατηγικής «μέγιστης πίεσης» στη χώρα μας ώστε να αποδεχτεί τις τουρκικές αξιώσεις της «Γαλάζιας Πατρίδας» προκειμένου να αποφύγει το «χειρότερο σενάριο», δηλαδή την απώλεια εθνικού εδάφους.
Αξίζει άλλωστε να σημειωθεί πως σε πρόσφατο δημοσίευμα του Nordic Monitor αναφέρονταν σχέδια στο πλαίσιο της επιχείρησης «Βαριοπούλα», που περιελάμβαναν επιχείρηση στο Αιγαίο και συμπληρωματικές ενέργειες στη Θράκη όχι με σκοπό κατάκτηση εδαφών, μα την πρόκληση «μέγιστης ζημιάς» στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις- «αντικειμενικός στόχος να τιμωρήσουν, όχι να κατακτήσουν» αναφέρεται σχετικά στο δημοσίευμα. Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να «δει» κανείς τέτοιου είδους σχεδιασμούς ως «συμβατούς» με ενέργειες όπως αυτές που περιγράφονται παραπάνω, «τύπου» Ινδίας- Πακιστάν.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, η Ελλάδα θα κληθεί να υπερασπιστεί το εθνικό έδαφος, να μην αποδεχτεί απώλεια κυριαρχικών δικαιωμάτων και εθνικής κυριαρχίας και να εξουδετερώσει την απειλή με τρόπο που όχι μόνο θα διασφαλίζει ότι θα «σιγήσουν τα όπλα» του αντιπάλου, αλλά και θα αποκλείει ένα «δεύτερο βήμα/ στάδιο» στην προαναφερθείσα «σκάλα κλιμάκωσης». Υπό αυτή την έννοια, μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα πως η παρούσα κρίση Ινδίας- Πακιστάν αποτελεί «case study» το οποίο σίγουρα βρίσκεται «στο μικροσκόπιο» της ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας – και οι κινήσεις που γίνονται εδώ και καιρό για περαιτέρω ενίσχυση των πολιτικών και στρατιωτικών δεσμών της Ελλάδας με την Ινδία σίγουρα αποτελούν ευνοϊκό παράγοντα ως προς αυτή την κατεύθυνση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Α/ΓΕΕΘΑ: «Αμφότεροι έχουμε ευήκοα ώτα»: Ελλάδα και Ινδία επενδύουν στη στρατιωτική συνεργασία
Υπογραφή συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας- Ινδίας
Με επιπλέον πληροφορίες από Associated Press, Reuters, The War Zone, NDTV, Newsweek, BBC