Το αυξανόμενο χρέος οδήγησε και στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ από την Moody's από ΑΑΑ σε Aa1.
Οι εξαντλητικοί δασμοί Τραμπ και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που προωθεί φαίνεται ότι κάνουν ορατές πλέον τις επιπτώσεις στην Αμερικανική οικονομία με το ΔΝΤ να κρούει τον κώδωνα για την αύξηση του χρέους.
Η Γκίτα Γκόπιναθ, πρώτη αναπληρώτρια διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΝΤ δήλωσε στους Financial Times ότι «τα δημοσιονομικά ελλείμματα των ΗΠΑ είναι πολύ μεγάλα και πρέπει να μειωθούν ενώ πρέπει να αντιμετωπίσουν το «συνεχώς αυξανόμενο» βάρος του χρέους τους».
Προειδοποίησε επίσης, ότι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου εξακολουθεί να επηρεάζεται από την αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει η πολιτική απόφαση Τραμπ που έχουν οδηγήσει σε γενικευμένο εμπορικό πόλεμο παρά τις «θετικές εξελίξεις», όπως η άρση των δασμών προς την Κίνα.
Τα σχόλια της Γκόπιναθ έρχονται μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ από την Moody’s από ΑΑΑ σε Aa1 με σταθερή προοπτική, λόγω ανησυχιών για το αυξανόμενο χρέος της χώρας. Η πρόταση του Τραμπ να παρατείνει τις μειώσεις φόρων του 2017 και μετά το 2025 έχει ενισχύσει την ανησυχία στους επενδυτές.
Παρότι η κυβέρνηση Τραμπ απάντησε πως οι γενναίες δημοσιονομικές περικοπές που έχει ξεκινήσει – σε συνδυασμό με την απορρύθμιση – θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης, τόσο η Moody’s όσο και οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν φαίνεται να πείθονται.
Αντίθετα, ο οίκος αξιολόγησης υποστήριξε την περασμένη εβδομάδα ότι το νομοσχέδιο Τραμπ που αποκαλεί «το μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο», θα αύξανε τα ελλείμματα των ΗΠΑ από 6,4% πέρυσι σε λίγο κάτω από 9% έως το 2035.
Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε στο NBC την Κυριακή ότι η υποβάθμιση της Moody’s ήταν «ένας δείκτης υστέρησης», κατηγορώντας την κυβέρνηση Μπάιντεν για τη δημοσιονομική κατάσταση.
Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση ήταν «αποφασισμένη να μειώσει τις δαπάνες και να αναπτύξει την οικονομία» δηλώνοντας πεπεισμένος ότι θα μειώσει το έλλειμμα στο 3% μέχρι το τέλος της θητείας του Τραμπ.
Ωρολογιακή βόμβα χρέος και φ/ν
Ωστόσο, ο Γκόπιναθ επιμένει ότι το χρέος των ΗΠΑ ως προς το ΑΕΠ «αυξάνεται συνεχώς», υπογραμμίζοντας ότι «θα πρέπει να έχουμε δημοσιονομική πολιτική στις ΗΠΑ που να είναι συνεπής με τη μείωση του χρέους προς το ΑΕΠ με την πάροδο του χρόνου».
Το ομοσπονδιακό χρέος που κατέχει το κοινό ανήλθε στο 98% του ΑΕΠ στο οικονομικό έτος 2024, σε σύγκριση με 73% μια δεκαετία νωρίτερα, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου.
Παρόλο που το ΔΝΤ δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι αναμένει μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος των ΗΠΑ φέτος, εφόσον αυξάνονται τα έσοδα από τους δασμούς, αυτές οι προβλέψεις δεν έλαβαν υπόψη το φορολογικό νομοσχέδιο του Τραμπ, το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη στο Κογκρέσο.
Ο Τραμπ πιέζει τους Ρεπουμπλικάνους στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου έχει μια μικρή πλειοψηφία, να υποστηρίξουν το φορολογικό του νομοσχέδιο το οποίο ωστόσο εκτιμάται ότι θα αυξήσει το δημόσιο χρέος κατά τουλάχιστον 3,3 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2034.
Παράλληλα, οι ανησυχίες για το έλλειμμα και η υποβάθμιση από την Moody’s έχουν οδηγήσει το δολάριο σε χαμηλά επίπεδα ενώ έχουν αυξήσει την απόδοση του 30ετούς ομολόγου του αμερικανικού δημοσίου τη Δευτέρα στο 5,04%, το υψηλότερο επίπεδό από το 2023.
Τον Απρίλιο, το ΔΝΤ μείωσε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη των ΗΠΑ κατά σχεδόν μία ποσοστιαία μονάδα στο 1,8% το 2025, ενώ παράλληλα μείωσε την πρόβλεψη για την παγκόσμια ανάπτυξη στο 2,8%, καθώς ενσωμάτωσε τον αντίκτυπο των δασμών του Τραμπ.
Από τότε, ο Τραμπ έχει ανακοινώσει απότομες περικοπές στους αμερικανικούς δασμούς στην Κίνα κατά 115 ποσοστιαίες μονάδες για 90 ημέρες.
«Η παύση των δασμών με την Κίνα είναι μια θετική εξέλιξη», δήλωσε η Γκόπιναθ, η οποία υποστηρίζει ότι «οι σοβαρές επιπτώσεις όλων αυτών των εξελίξεων δεν είναι ακόμη ορατές όμως ο χρόνος αυτός δεν θα αργήσει».