Το μοντέλο αυτό κινδυνεύει να αποτελέσει απλώς μία ακόμη κερκόπορτα πελατειακών πρακτικών, με σοβαρές επιπτώσεις για τη δημόσια διοίκηση και τη δημοκρατία.
Οι δήμοι δαπανούν εκατομμύρια ευρώ κάθε έτος για τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων με Αναπτυξιακούς Οργανισμούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΑΟ). Ένας μεγάλος αριθμός των σχετικών προγραμματικών συμβάσεων αφορά στη διάθεση διοικητικού, τεχνικού και επιστημονικού προσωπικού από τους ΑΟ στους δήμους. Το προσωπικό αυτό καλύπτει την ανεπάρκεια των δήμων και, στην ουσία, υποκαθιστά τις υπηρεσίες, αναλαμβάνοντας τη διαδικασία σύναψης, εποπτείας και επίβλεψης των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, έργων και μελετών.
Οι ΑΟ θεσπίστηκαν για να αυξηθεί η απορρόφηση πόρων από τα αναπτυξιακά προγράμματα όπως του ΕΣΠΑ ή του ΠΔΕ, που είναι ιδιαιτέρως χαμηλή (30-40%). Ενώ, λοιπόν, ο νομοθέτης παραδέχεται, αφενός, την ανάγκη εκτέλεσης έργων τοπικής ανάπτυξης προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και, αφετέρου, την υποστελέχωση των τεχνικών υπηρεσιών των ΟΤΑ, καθώς και τη θεμελιώδη σημασία της εύρυθμης και ευέλικτης λειτουργίας τους για την απορρόφηση αναπτυξιακών πόρων, δεν μεριμνά για την απλούστευση των διαδικασιών ούτε για την ενίσχυση των υπηρεσιών με μόνιμο προσωπικό, αλλά προκρίνει προσωρινές και αμφίβολες λύσεις, όπως τις διαδικασίες και το προσωπικό μέσω των ΑΟ.
Στα πλεονεκτήματα αυτής της πρακτικής συμπεριλαμβάνεται η ταχύτερη διεκπεραίωση προσλήψεων, προμηθειών, αναθέσεων έργων και μελετών. Υπάρχουν, όμως, και σημαντικά μειονεκτήματα και ανησυχίες ως προς τη σταδιακή υποβάθμιση της διοικητικής και οργανωτικής ικανότητα των ΟΤΑ, λόγω της απώλειας τεχνογνωσίας και θεσμικής μνήμης. Με την ενίσχυση της εξάρτησης από εξωτερικούς συνεργάτες αποδυναμώνεται η εσωτερική λειτουργία και απειλείται η συνοχή και η αποτελεσματικότητα του συνολικού διοικητικού μηχανισμού. Επιπλέον, εγείρονται ερωτήματα ως προς τους μειωμένους ελέγχους, τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και τη δημοσιονομική διαχείριση.
Δειγματοληπτική έρευνα επί των προγραμματικών συμβάσεων αποκαλύπτει ότι η εκτίμηση των αναγκών σε προσωπικό καθώς και η συναφής δαπάνη δεν είναι πάντα αιτιολογημένη. Σε αρκετές περιπτώσεις, ο απαιτούμενος αριθμός υπαλλήλων – πέραν της γενικής επίκλησης αδυναμίας εκτέλεσης κάποιων εργασιών – δεν συνοδεύεται από δεδομένα ή κριτήρια που να τεκμηριώνουν το πώς προκύπτει ο συγκεκριμένος αριθμός.
Περαιτέρω διερεύνηση αναδεικνύει ζητήματα και ως προς τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της διαδικασίας των προσλήψεων. Η έλλειψη σαφών κριτηρίων για την επιλογή των υποψηφίων, οι αοριστίες και η περιορισμένη χρονική διάρκεια για την υποβολή αιτήσεων δημιουργούν σοβαρές υπόνοιες για την ύπαρξη ευνοιοκρατίας και την προώθηση προσωπικών ή πολιτικών συμφερόντων. Σε κάποιες περιπτώσεις, τελικά, ευνοούνται πρόσωπα που έχουν προσωπικές ή πολιτικές σχέσεις με τους υπευθύνους, παραβλέποντας την ανάγκη για ικανό και καταρτισμένο προσωπικό στις δημόσιες υπηρεσίες. Το φαινόμενο αυτό υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των δημοσίων υπηρεσιών και την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Τα επίσημα στοιχεία του ΚΗΜΔΗΣ για το 2024 αποκαλύπτουν κάτι επιπλέον: 92 Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ σύναψαν 1.912 συμβάσεις, συνολικής αξίας 103,3 εκατ. ευρώ. Από αυτές, το 95% σχεδόν του συνόλου, δηλαδή 1.813 συμβάσεις, ανατέθηκαν μέσω της διαδικασίας της απευθείας ανάθεσης, με συνολική αξία 28,7 εκατ. ευρώ.
Συνεπώς, παρ’ όλο που οι προγραμματικές συμβάσεις με τους AO παραμένουν μια λύση για τη στήριξη των δήμων – κυρίως λόγω της υποστελέχωσης – εγείρονται σημαντικά ζητήματα. Το ευέλικτο νομικό καθεστώς με το οποίο λειτουργούν οι ΑΟ, και το οποίο τους καθιστά λιγότερο ορατούς στον διοικητικό έλεγχο και τη λογοδοσία, ενδέχεται να πλήττει την ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, την ορθολογική διαχείριση του δημόσιου χρήματος και την αξιοκρατία. Όπως είναι, άλλωστε, γνωστόν τις πάσι, όταν οι κανόνες χαλαρώνουν, δεν ευνοούνται όλοι ούτε οι πιο κατάλληλοι, αλλά εκείνοι με τις κατάλληλες σχέσεις ανεξαρτήτως προσόντων.
Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια, η αποδοτικότητα και η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα αυτών των συνεργασιών, είναι απαραίτητο να γίνουν σοβαρές παρεμβάσεις στις διαδικασίες επιλογής προσωπικού, ώστε να διασφαλίζεται ότι το προσωπικό που προσλαμβάνεται μέσω των ΑΟ πληροί τα απαραίτητα προσόντα για να συνεισφέρει πραγματικά στη βελτίωση των υπηρεσιών.
Επιπλέον, απαιτείται μια συστηματική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων αυτών των συνεργασιών, ώστε να διαπιστωθεί, αφενός, αν οι δημόσιοι πόροι αξιοποιούνται σωστά και αφετέρου, αν η τεχνική υποστήριξη που παρέχεται είναι όντως αποδοτική και συμβάλλει στην αναπτυξιακή πρόοδο της τοπικής κοινωνίας.
Οι τοπικές αρχές καλούνται να βρουν τη σωστή ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και διαφάνειας, ώστε οι οργανισμοί αυτοί να λειτουργήσουν προς όφελος της κοινωνίας. Διαφορετικά, το μοντέλο αυτό κινδυνεύει να αποτελέσει απλώς μία ακόμη κερκόπορτα πελατειακών πρακτικών, με σοβαρές επιπτώσεις για τη δημόσια διοίκηση και τη δημοκρατία.