chat icon
Link copied!

Του Γιώργου Σταμάτη, Βουλευτή Επικρατείας της ΝΔ.

 

Advertisement
Advertisement

«Από τις 30.000 εκτοπισθέντες Έλληνες, εκ των παραλίων του Πόντου το 1921 στο Χαρπούτ, έφτασαν μόλις 5.000. Οι άλλοι εκτελέστηκαν ή πέθαναν στον μακρύ δρόμο της εξορίας. Μετρήσαμε καθ’ οδόν 3.000 πτώματα κατά μήκος των οδών, βορά των σκύλων, των λύκων και των γυπαετών, διότι απαγορεύουν οι Τούρκοι στους συγγενείς τους να τους θάψουν. Τούρκοι αξιωματικοί και στρατιώτες προβαίνουν σε ανήκουστους βιασμούς γυναικών, τας οποίας εγκαταλείπουν ημιθανείς επί των οδών.» Ταγματάρχης Όουελ, Αμερικανός αυτόπτης μάρτυρας των διωγμών των Ποντίων. 

 Η 19η Μαΐου θεσπίστηκε με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων το 1994, ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων, αναγνωρίζοντας επίσημα τη μαζική εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού από το Κεμαλικό καθεστώς, κατά την περίοδο 1914 έως 1923. Η γενοκτονία των Ποντίων ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ημερομηνία αυτή επελέγη, καθώς στις 19 Μαίου του 1919 Ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμσούντα, σηματοδοτώντας την έναρξη της δεύτερης και πλέον αποτρόπαιης φάσης των διώξεων κατά των Ελλήνων του Πόντου. 

Η φρίκη που ακολούθησε αποτέλεσε μια βαθιά πληγή στην Ιστορία του ελληνισμού, που δε μπορεί να περιγραφεί με λέξεις. Οι Τούρκοι έκαναν μαζικές λεηλασίες και καταστροφές, ενώ οι απερίγραπτες κτηνωδίες συνεχίστηκαν με ομαδικές εκτελέσεις, αφανισμούς ολόκληρων χωριών, αποκεφαλισμούς. Όσοι γλύτωναν εξαναγκάζονταν σε μαζικό εκτοπισμό. Κάποιοι για να γλυτώσουν κατέφευγαν σε ορεινές και δυσπρόσιτες περιοχές, ή έφταναν ακόμη και μέχρι τον Καύκασο. Νέες κοπέλες προκειμένου να γλυτώσουν το θάνατο και τους βιασμούς, παντρεύονταν με Τούρκους και εξισλαμίζονταν αναγκαστικά. Οι περισσότεροι άνδρες αποκεφαλίζονταν, παλουκώνονταν, εκτελούνταν μαζικά. Τα γυναικόπαιδα υποχρεώνονταν σε βίαιο εκτοπισμό, τις λευκές πορείες θανάτου προς την ενδοχώρα, χωρίς στοιχειώδη σίτιση, χωρίς νερό, χωρίς ανάπαυση. Οι τσέτες που συναντούσαν στο δρόμο, άρπαζαν γυναίκες, νέες, ηλικιωμένες, ακόμη και έγκυες, τις βίαζαν και μετά τις εκτελούσαν. Ο ανδρικός πληθυσμός σε στρατεύσιμη ηλικία, είχε στρατολογηθεί ήδη από το 1914 στα λεγόμενα «τάγματα εργασίας» (Αμελέ Ταμπουρού), τα οποία είχαν συσταθεί στην αφιλόξενη ενδοχώρα, ανάμεσα στη Σεβάστεια και το Βαν. Εκεί οι αιχμάλωτοι πέθαιναν από την πείνα και την εξάντληση, σε συνδυασμό με τη βαριά καταναγκαστική εργασία υπό τις πλέον απάνθρωπες συνθήκες, σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων. 

Ανάμεσα σε όλες αυτές τις φρικτές σκηνές που συνθέτουν την τραγωδία του αφανισμού του ποντιακού ελληνισμού, ξεχωρίζει η σφαγή των νηπίων της Σάντας, ως η πιο σπαρακτική πράξη της τραγωδίας. Η Σάντα ήταν μια κωμόπολη, αποτελούμενη από επτά χωριά, σκαρφαλωμένα στις πλαγιές των απόκρημνων βουνών της Τραπεζούντας, που κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες. Από το 1918, και προκειμένου να προστατεύσουν τα χωριά και τις ζωές τους από τη μανία των Τούρκων, οι Έλληνες της Σάντας, προχώρησαν στην οργάνωση ισχυρού αντάρτικου σώματος. Το φθινόπωρο του 1921 ο κλοιός των Τούρκων άρχισε να πυκνώνει ασφυκτικά, με αποτέλεσμα τα γυναικόπαιδα να αναγκαστούν να ακολουθήσουν τους αντάρτες στα βουνά, προκειμένου να μετακινηθούν σε ασφαλέστερες θέσεις και να γλυτώσουν τον σχεδόν βέβαιο θάνατο. Στις 21 Σεπτεμβρίου διεξήχθη σφοδρή μάχη με τους Τούρκους και οι αντάρτες με τα γυναικόπαιδά ήταν περικυκλωμένοι από τον εχθρό. Τελικά κατάφεραν να κρυφθούν σε μια βαθιά σπηλιά και η μόνη λύση για να μην εγκλωβιστούν ήταν να διαφύγουν μέσα στο σκοτάδι, περνώντας κοντά από τις γραμμές του εχθρού. Σε μια τέτοια στιγμή απόλυτα καθοριστική για τις ζωές όλης της κοινότητας, οι μανάδες της Σάντας αντιμετώπισαν το αδιανόητο δίλημμα. Τα κλάματα των βρεφών θα πρόδιδαν σίγουρα τη θέση τους. Κάθε ήχος μπορούσε να σημάνει εντοπισμό, κάθε φωνή να φέρει την καθολική καταστροφή.  Η απόφαση ήταν ασύλληπτη, αλλά ο μόνος τρόπος για να σώσουν τις ζωές των μεγαλύτερων παιδιών τους και όλης της κοινότητας. Έτσι, με απερίγραπτη οδύνη, οι μαρτυρικές μανάδες της Σάντας, αναγκάστηκαν να θυσιάσουν το πολυτιμότερο κομμάτι της ύπαρξης τους και να σκοτώσουν τα παιδιά τους. Αυτή η βαθύτατα συγκλονιστική πράξη, απογυμνώνει την Ιστορία από τις λέξεις, αφήνοντας την να σταθεί ανίσχυρη μπροστά στο δέος της υπέρτατης θυσίας.

Μέχρι το 1923 όπου τερματίστηκε ο ξεριζωμός των Ποντίων με τη συμφωνία για την ανταλλαγή των πληθυσμών, υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους περίπου 353.000 άνθρωποι. Ένα μεγάλο τμήμα των ποντίων που διασώθηκαν εγκαταστάθηκαν στη Νότια Ρωσία, ενώ οι υπόλοιποι ήρθαν στην Ελλάδα. Κατάφεραν γρήγορα να ενταχθούν στον κοινωνικό ιστό της Χώρας, ενώ μέσα από την επιμονή, την προκοπή και την εργατικότητα τους, αναδείχθηκαν σε πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής, συμβάλλοντας ουσιαστικά στη διαμόρφωση της πολιτισμικής μας ταυτότητας.

Η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης με την αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ιστορικής αλήθειας και συντελεί στην αποτροπή επανάληψης ανάλογων εγκλημάτων στο μέλλον. Ο ποντιακός ελληνισμός προχωρά με παρακαταθήκη τη μνήμη των θυμάτων και στόχο τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας, ώστε τα διδάγματα αυτά να γίνουν κομμάτι της συλλογικής συνείδησης της ανθρωπότητας.