Ο πίνακας «Salome with the Head of Saint John the Baptist», έργο άγνωστο έως τώρα στους μελετητές, πωλήθηκε σε τιμή-ρεκόρ σε δημοπρασία του οίκου Sotheby’s.
Έργο της Ναπολιτάνας ζωγράφου του 17ου αιώνα, Diana de Rosa, ξεπέρασε κάθε προσδοκία, σημειώνοντας νέο ρεκόρ σε δημοπρασία του Sotheby’s και αναζωπυρώνοντας το ενδιαφέρον για μία από τις ελάχιστες επαγγελματίες καλλιτέχνιδες της εποχής στην Ιταλία.
Ο εντυπωσιακός πίνακας «Salome with the Head of Saint John the Baptist», έργο άγνωστο έως τώρα στους μελετητές, πωλήθηκε έναντι 317.500 λιρών Αγγλίας (436.086 δολάρια), τέσσερις φορές πάνω από τις εκτιμήσεις του οίκου στη δημοπρασία «Old Masters and 19th Century Paintings», που διοργανώθηκε στο Λονδίνο την Τετάρτη 2 Ιουλίου.
Το έργο προσφέρει μια σπάνια ματιά στο τολμηρό, εκφραστικό ύφος της De Roza, η οποία υπήρξε σύγχρονη της Αρτεμισία Τζεντιλέσκι – αν και η φήμη της έχει επί μακρόν επισκιαστεί από καλλιτέχνες όπως ο Καραβάτζιο και άλλοι άνδρες συνάδελφοι της.
«Πρόκειται για μια δυναμική, εντυπωσιακή εικόνα, που συγκρίνεται με την απεικόνιση της Σαλώμης με το κεφάλι του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή από τον ίδιο τον Καραβάτζιο», δήλωσε η Elisabeth Lobkowicz, ειδικός στα παλαιά έργα του Sotheby’s. Η ίδια πρόσθεσε ότι πρόκειται για ένα «κομμάτι-σταθμό» που μας δίνει μια σαφέστερη εικόνα σχετικά με το πόσο ολοκληρωμένη καλλιτέχνις ήταν η De Rosa.
Η πραγματική ιστορία πίσω από την Diana de Rosa
Η De Rosa, γνωστή και ως Anella di Massimo, γεννήθηκε το 1602 σε καλλιτεχνική οικογένεια στη Νάπολη. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, του μανιεριστή ζωγράφου Tommaso de Rosa, το 1610, η μητέρα της παντρεύτηκε τον ζωγράφο Filippo Vitale. Το στιλ του Vitale στη ζωγραφική είχε έντονες επιρροές από τον Καραβάτζιο και θεωρείται πιθανόν ότι ήταν υπεύθυνος για την πρώιμη καλλιτεχνική εκπαίδευση τόσο της De Rosa, όσο και του μικρότερου αδελφού της, Pacheco.
Το 1621, σε ηλικία 19 ετών, η De Rosa εντάχθηκε στο εργαστήριο του Gaspare del Popolo, όπου γνώρισε τον μελλοντικό σύζυγό της, τον ζωγράφο Agostino Beltrano. Το ταλέντο της ήταν τέτοιο, ώστε της χορηγήθηκε ειδική άδεια να εργάζεται σε εκκλησίες, μια σπάνια τιμή για γυναίκα καλλιτέχνιδα της εποχής.
Ο Massimo Stanzione, μάλιστα, της προσέφερε μισθό μητρότητας κάθε φορά που χρειαζόταν να απέχει από την εργασία της λόγω τοκετού, προκειμένου να την κρατήσει στο πρόγραμμα του εργαστηρίου του. Η De Rosa απέκτησε επτά παιδιά.

Βασική πηγή για τη ζωή και το έργο της De Rosa παραμένει μέχρι σήμερα η βιογραφία της την οποία συνέταξε ο Ιταλός ιστορικός τέχνης του 18ου αιώνα Bernardo de Dominici.
Ανάμεσα στα σημαντικότερα έργα της είναι οι σκηνές από τη ζωή της Παναγίας που φιλοτέχνησε στην οροφή της εκκλησίας Pietà de’ Turchini, οι οποίες, δυστυχώς, καταστράφηκαν όταν κατέρρευσε η οροφή το 1638. Δύο ακόμη έργα της για την εκκλησία San Giovanni Maggiore φυλάσσονται σήμερα στο Museo Diocesano της Νάπολης.
Όταν η De Rosa πέθανε το 1643, σε ηλικία 41 ετών, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Η αιτία του θανάτου της έχει αποτελέσει αντικείμενο διαμάχης. Ο De Dominici ισχυρίστηκε ότι δολοφονήθηκε από τον σύζυγό της εξαιτίας μιας ψευδούς φήμης που διέδωσε μια υπηρέτρια, υποστηρίζοντας ότι η καλλιτέχνις διατηρούσε σχέση με τον Stanzione. Ωστόσο, οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί τέχνης θεωρούν πιθανότερο ότι πέθανε από κάποια ασθένεια.
Έργα της που έχουν επιβιώσει στον χρόνο
Παρά τη σύντομη αναβίωση του έργου της από τους ρομαντικούς, η Diana de Rosa παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο κατά τον 20ό αιώνα.
Υπολογίζεται ότι σώζονται περί τα 28 έργα της, στα οποία είναι εμφανής η επίδραση του Καραβάτζιο, ιδιαίτερα στη θεατρικότητα των συνθέσεων και στην αριστοτεχνική χρήση του κιαροσκούρου. Ωστόσο, το προσωπικό της ύφος διακρίνονται από μια ιδιαίτερη κομψότητα, που προσδίδει στα έργα της λεπτό συναισθηματικό βάθος.
Παρότι η de Rosa παραμένει σχετικά άγνωστη, το έργο της φαίνεται να επωφελείται από το αυξανόμενο ενδιαφέρον της αγοράς για παραγνωρισμένες γυναίκες καλλιτέχνιδες, όπως οι Αρτεμισία Τζεντιλέσκι, Λαβίνια Φοντάνα και Ροζάλμπα Καριέρα.
Τα έργα της εμφανίζονται σπάνια σε δημοπρασίες, λιγότερα από 10 έχουν προσφερθεί έως σήμερα, με το πρώτο μόλις το 2018, σύμφωνα με το Artnet. Από την άλλη, ορισμένα είχαν αποδοθεί λανθασμένα στον αδελφό της, Pacecco.
«Η αγορά των ″Old Masters″ είναι εδώ και δεκαετίες πρόσφορη για ανακαλύψεις, και το έργο αυτής της ελάχιστα γνωστής ζωγράφου συμβάλλει ακριβώς σε αυτό το πνεύμα», δήλωσε η Lobkowicz. «Παράλληλα, ανταποκρίνεται στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ιστορίας της τέχνης μέσα από το βλέμμα των γυναικών δημιουργών που επί αιώνες έμεναν στο παρασκήνιο», πρόσθεσε.
Με πληροφορίες από artnet