Οι παλινωδίες και η διαχρονική έλλειψη εθνικής στόχευσης, που να έχει συνέχεια, μας κοστίζουν.
Γράφει ο Σταθης Κυριακίδης, Υποναύαρχος (εα), Στρατηγικός Αναλυτής και Μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Strategy International.
Την Κυριακή 6 Ιουλίου ο Υπουργός Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης ξεκίνησε μια σειρά επαφών στη Λιβύη, τόσο με τον Στρατάρχη Χαφτάρ, Αρχηγό του LNA – Libyan National Army και de facto Ηγέτη της Ανατολικής Λιβύης με έδρα τη Βεγγάζη (Government of National Stability – GNS), που ελέγχει και την Βουλή των Αντιπροσώπων (Τομπρούκ) και Πρόεδρο τον Ακίλα Σάλεχ, όσο και με τη διεθνώς αναγνωρισμένη ενδιάμεση Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU – Government of National Unity), του πρωθυπουργού Ντμπεϊμπά με έδρα την Τρίπολη στη δυτική πλευρά της χώρας.
AdvertisementAdvertisementΟι επαφές αυτές, καίτοι ιδιαίτερα καθυστερημένες, είναι ασφαλώς προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς η αμφιταλαντευόμενη πολιτική της χώρας μας στη γειτονική Λιβύη, με την οποία σημειωτέον έχουμε παραδοσιακά πολύ καλές σχέσεις, έφερε την Ελλάδα σε δυσμενή θέση αναφορικά με την εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων στην Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο.
Η διαχρονική έλλειψη Υψηλής Στρατηγικής, ανεξαρτήτως Κυβερνήσεων, είχε ως αποτέλεσμα – και στην περίπτωση αυτή – την μη έγκαιρη ανάγνωση των πραγμάτων και, κατά συνέπεια, την ευκαιριακή και άστοχη – εν πολλοίς – διαχείριση της κατάστασης. Μια σειρά λανθασμένων ενεργειών όπως η αρχική άνευ όρων στήριξη του Στρατάρχη Χαφτάρ, την ώρα που τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης φαινόταν να στηρίζουν την ενδιάμεση κυβέρνηση, η μη ενεργή εμπλοκή μας στο πεδίο από την πτώση του καθεστώτος Καντάφι (2011) έως το 2019, και το κλείσιμο της Πρεσβείας μας για λόγους ασφαλείας το 2014 αποξένωσαν την Ελλάδα, παραδόξως, και από τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές. Αποδεικνύεται δε, ότι η αρχική επιλογή στήριξης του Χαφτάρ δεν ήταν αποτέλεσμα στρατηγικής, και δεν υπηρετήθηκε με συνέπεια, ακριβώς γιατί δεν εντασσόταν σε συγκεκριμένη μακροπρόθεσμη στόχευση.
Συνεπώς, όταν η ενδιάμεση Κυβέρνηση απέκτησε διεθνώς φωνή, αλλά και την τυπική αναγνώριση του ΟΗΕ (με την στήριξη της Τουρκία και του Κατάρ), και παρά το γεγονός οτι η Αίγυπτος παρέμενε στο πλευρό του Χαφτάρ, όπως άλλωστε τα ΗΑΕ και η ”εχθρική” Ρωσία, η χώρα μας άρχισε να παίρνει αποστάσεις από τον ηγέτη της ανατολικής Λιβύης και να προσεταιρίζεται τον Ντμπεϊμπά, ευθυγραμμιζόμενη με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στο έδαφος και ο συνακόλουθος έλεγχος της ενδιάμεσης Κυβέρνησης, οδήγησαν στην υπογραφή του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου (2019) που δημιούργησε τετελεσμένα και έπληξε, πιθανόν και χωρίς δυνατότητα επιστροφής, τα εθνικά μας συμφέροντα.
Σημείο καμπής και αποτυχία της ελληνικής διπλωματίας υπήρξε, χωρία αμφιβολία, η απουσία της χώρας μας από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη το 2020, με το αιτιολογικό ότι ο κύκλος των χωρών επιλέχθηκε βάσει της άμεσης επιρροής τους στις αντιμαχόμενες πλευρές, καθώς επίσης και το ότι η Διάσκεψη δεν είχε ως στόχο την επίλυση θεμάτων καθορισμού θαλασσίων ζωνών στη Μεσόγειο. Παράλληλα, η προσπάθεια επανάκαμψης στο πεδίο, συνοδεύτηκε από το τραγικό δυστύχημα που σημειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023, όταν το λεωφορείο που μετέφερε 19 μέλη της Ελληνικής αποστολής για παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους πλημμυροπαθείς της Ντέρνα, συγκρούστηκε με φορτηγό, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τρία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και δύο διερμηνείς.
Από την άλλη, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι την έλλειψη συντεταγμένης κρατικής παρουσίας ανέλαβε να καλύψει ο ελληνικός επιχειρηματικός τομέας. Έτσι, το 2021 υπογράφηκε μνημόνιο συνεργασίας με τον Οργανισμό Επενδύσεων της Λιβύης, από 14 ελληνικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των κατασκευών, στην ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες και στα φαρμακευτικά προϊόντα.
Η χώρα μας δεν μπορεί να περιμένει πολλά από την επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών. Η σταδιακή βελτίωση των διμερών σχέσεων Τουρκίας – Αιγύπτου και η έναρξη επαφών, με το αζημίωτο ασφαλώς, της Τουρκίας με τον Χαφτάρ, δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Προφανώς η επίκληση του Δικαίου της Θάλασσας και των ιστορικών δεσμών φιλίας των δύο χωρών, που σφυρηλατήθηκαν ήδη από τη δεκαετία του ’80, δεν είναι αρκετά ώστε να αποτρέψουν τα τετελεσμένα που επιδιώκει η Άγκυρα.
AdvertisementΕλπίζουμε, λοιπόν, να έχει αποτέλεσμα η όποια πίεση ασκήσει η Αίγυπτος, για τους δικούς της λόγους, και – ενδεχομένως – οι ΗΠΑ, λόγω των αμιγώς οικονομικών συμφερόντων τους, μια οι ενεργειακοί κολοσσοί της Chevron και ExxonMobil φέρονται να έχουν συμφωνήσει για την έναρξη ερευνών σε οικόπεδα νοτίως της Κρήτης, ώστε να μην επικυρωθεί και από το Κοινοβούλιο το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Η Ρωσία, από την άλλη, δεν έχει κανένα λόγο να συνδράμει τις προσπάθειες της Ελλάδος, μιας χώρας που βρίσκεται ‘σε πόλεμο’ μαζί της, μια και η πολύ σωστή, επί της αρχής, υποστήριξη μας στην Ουκρανία, έγινε με πολύ λάθος τρόπο, τουλάχιστον επικοινωνιακά.
Όσον, δε, αφορά τη δραματική αύξηση των μεταναστευτικών ροών από την Ανατολική Λιβύη, η εκεί η παρουσία μονάδων του Πολεμικού Ναυτικού μας, ασφαλώς και δεν μπορεί από μόνη της να έχει αποτέλεσμα, αν δεν εξασφαλιστεί ο συντονισμός και ο ενεργός ρόλος της όποιας ”Λιβυκής ακτοφυλακής”.
Για μια ακόμη φορά, οι παλινωδίες και η διαχρονική έλλειψη εθνικής στόχευσης, που να έχει συνέχεια, ανεξαρτήτως εναλλαγής Κυβερνήσεων ή προσώπων, και να υπηρετείται με απόλυτη συνέπεια από τη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, καθιστά τη χώρα μας αφενός αναξιόπιστη (περίπτωση Χαφτάρ) και αφετέρου μόνιμο θεατή των εξελίξεων…
Advertisement