Το έργο που προοριζόταν αρχικά για τη μνημειώδη σύνθεση «Η πύλη της κολάσεως», ήταν σε κατοικία στη Γαλλία πάνω σε ένα πιάνο μαζί με οικογενειακές φωτογραφίες.

chat icon
Link copied!

Γλυπτό του Ογκίστ Ροντέν το οποίο είχε εξαφανιστεί για σχεδόν 120 χρόνια και θεωρούνταν αντίγραφο, πωλήθηκε σε δημοπρασία έναντι 860.000 ευρώ (984.000 δολάρια).

Το έργο «Le Désespoir», το οποίο απεικονίζει μια γυναικεία φιγούρα καθισμένη σε βράχο με το ένα γόνατο στο στήθος, ανακαλύφθηκε εκ νέου στα τέλη του 2024. Σύμφωνα με τον οίκο δημοπρασιών Rouillac, τελευταία φορά που είχε τεθεί προς πώληση ήταν το 1906.

Advertisement
Advertisement

Ο Ροντέν (1840-1917), τα διασημότερα έργα του οποίου είναι «Το Φιλί» και «Ο Σκεπτόμενος», δημιούργησε διάφορες εκδοχές του «Le Désespoir». Το συγκεκριμένο γλυπτό φιλοτεχνήθηκε το 1890 και σμιλεύθηκε σε μάρμαρο το 1892-93.

Με διαστάσεις μόλις 28,5 επί 15 εκατοστά, προοριζόταν αρχικά για το μνημειώδες έργο «Οι πύλες της κολάσεως», σύνθεση με περισσότερες από 200 μορφές, για την οποία ο γλύπτης άντλησε έμπνευση από τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη.

Οι ιδιοκτήτες -μια οικογένεια από την κεντρική Γαλλία- δεν είχαν ιδέα για την αξία του, εξού και το είχαν τοποθετήσει πάνω σε ένα πιάνο μαζί με οικογενειακές φωτογραφίες, όπως δήλωσε ο δημοπράτης Aymeric Rouillac στο CNN.

Θεωρούσαν ότι είναι fake, αντίγραφο, αλλά ο Rouillac, αποφάσισε να το διερευνήσει περαιτέρω.

Οι λεπτομέρειες του γλυπτού είναι εντυπωσιακές. «Η πλάτη, οι μύες, είναι τέλειοι. Μπορείτε να ψηλαφίσετε κάθε σπόνδυλο της σπονδυλικής στήλης», επισημαίνει ο Rouillac.

Advertisement

Μετά από τη δική του αρχική έρευνα, έθεσε το γλυπτό προς αξιολόγηση στην Comité Rodin, που διατηρεί κατάλογο των έργων του καλλιτέχνη. Ο Jérôme Le Blay, συνιδρυτής του Comité Rodin και ειδικός στο έργο του κορυφαίου γλύπτη, δήλωσε ότι εντυπωσιάστηκε αμέσως από το «εξαιρετικό» κομμάτι. «Κατάλαβα ότι είναι αληθινό μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. «Δεν είχα καμία αμφιβολία», πρόσθεσε.

Το συγκεκριμένο δείγμα είναι «εξαιρετικά καλοφτιαγμένο», δήλωσε ο Le Blay, προσθέτοντας ότι χρονολογείται σε μια περίοδο κατά την οποία ο Ροντέν αφιέρωσε τεράστιο χρόνο για τη δημιουργία ενός μικρού αριθμού γλυπτών.

Όπως εξήγησε, ο Ροντέν εργαζόταν με βοηθούς οι οποίοι εκτελούσαν τις αρχικές εργασίες σε ένα κομμάτι μάρμαρο και στη συνέχεια, αναλάμβανε ο ίδιος τα τελικά στάδια.

Advertisement

Σύμφωνα με τον Le Blay, το γλυπτό χρονολογείται σε «μία από τις καλύτερες στιγμές της καριέρας του Ροντέν», προτού λόγω φήμης αρχίσει να παράγει όλο και περισσότερα έργα μετά την αλλαγή του αιώνα.

Μετά τον θάνατό του, ο Ροντέν άφησε τα έργα του στο Μουσείο Ροντέν στο Παρίσι, καθώς και την άδεια να συνεχίσει να παράγει τα χάλκινα γλυπτά του.

Ενώ πολλά από αυτά τα μεταθανάτια χάλκινα έργα τίθενται σε δημοπρασία κάθε χρόνο, τα γλυπτά από μάρμαρο είναι πολύ πιο δύσκολο να βρεθούν, κατά τον Le Blay. Τα περισσότερα μαρμάρινα γλυπτά του ανήκουν στο Μουσείο Ροντέν και σε άλλα μεγάλα μουσεία σε όλο τον κόσμο.

Advertisement

«Τα μαρμάρινα γλυπτά σε ιδιωτικές συλλογές είναι σπάνια», είπε, προσθέτοντας ότι αυτό το κομμάτι έχει ένα «είδος μαγείας» επειδή εμφανίστηκε ξανά προς πώληση μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.

Σύμφωνα με τον οίκο δημοπρασιών, μετά από μία «γεμάτη πάθος» δημοπρασία, την υψηλότερη προσφορά κατέθεσε ένας νεαρός τραπεζίτης από τη δυτική ακτή των ΗΠΑ.

Με πληροφορίες από CNN.com

Advertisement
Advertisement