«Το ερώτημα είναι εάν η ύφεση της οικονομίας θα είναι διαχειρίσιμη ή θα βρεθούμε μπροστά σε μια μεγάλη ύφεση» εκτιμούν οι οικονομολόγοι.
Όσο ο Αμερικανός πρόεδρος διαπραγματεύεται με τον υπόλοιπο πλανήτη για το ύψος των δασμών, η εγχώρια οικονομία δέχεται απανωτά χτυπήματα με τους Αμερικανούς να πληρώνουν πολύ ακριβά τις αποφάσεις του.
Ο Τραμπ, μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, άρχισε να αυξάνει τους δασμούς, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις οικονομολόγων και επιχειρήσεων σχετικά με τους κινδύνους στην Αμερικανική οικονομία.
Η Wall Street υπέστη το πιο άμεσο πλήγμα καθώς άρχισε η μεγάλη πτώση τον Φεβρουάριο για να φτάσει στην κατάρρευση τον Απρίλιο, όταν ο Τραμπ αποκάλυψε το πλήρες φάσμα των σχεδίων του, την λεγόμενη «Ημέρα της Απελευθέρωσης».
Ο S&P 500, ο οποίος παρακολουθεί 500 από τις μεγαλύτερες εταιρείες στις ΗΠΑ, υποχώρησε κατά περίπου 12% μέσα σε μια εβδομάδα.
Ωστόσο, οι μετοχές άρχισαν να σταθεροποιούνται και να ανακάμπτουν όταν ο Αμερικανός πρόεδρος άρχισε να ανακαλεί τα σχέδιά του, εγκαταλείποντας τους αστρονομικά υψηλούς δασμούς (145% προς την Κίνα, 40% στο Βιετνάμ, 20% στην ΕΕ) αντικαθιστώντας τους με ένα συντελεστή 10-20% στις περισσότερες (αλλά όχι όλες) περιπτώσεις.
Αυτό, οδήγησε τον δείκτη S&P 500 σε ανάκαμψη κατά περίπου 6%, ενώ και οι μετοχές στα χρηματιστήρια της Ευρώπης και του Ηνωμένου Βασίλειου όπου είχαν κατρακυλήσει, άρχισαν να σταθεροποιούνται.
Ευάλωτες ωστόσο παραμένουν οι μετοχές εταιρειών που συνδέονται με το λιανεμπόριο και τις αυτοκινητοβιομηχανίες.
Εμπόριο σε σταυροδρόμι
Οι δασμοί του Τραμπ προκάλεσαν μια έκρηξη εισαγωγών κατά 17% προς τις ΗΠΑ τους πρώτους μήνες του 2025, πριν ξεκινήσουν να ισχύουν οι νέοι δασμοί, ενώ ακολούθησε μια απότομη πτώση τον Απρίλιο και τον Μάιο.
«Τι θα συμβεί τους επόμενους μήνες θα εξαρτηθεί από το αν ο Τραμπ παρατείνει το διάστημα των διαπραγματεύσεων για τους δασμούς ή εάν θα ακολουθήσει μια σκληρή και τιμωρητική στάση», δήλωσε ο Ben Hackett της Hackett Associates, η οποία παρακολουθεί την κίνηση στα Αμερικανικά λιμάνια.
«Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη», δήλωσε ο κ. Hackett, σημειώνοντας ότι προς το παρόν η κατάσταση είναι «σε αναμονή».
Οι Αμερικανοί μειώνουν τις αγορές τους
Στις ΗΠΑ, τα εισαγόμενα αγαθά εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύουν μόνο το 11% των καταναλωτικών δαπανών. Όμως οι δασμοί, οι οποίοι είναι κατά μέσο όρο, περίπου έξι φορές υψηλότεροι από ό,τι ήταν στην αρχή του έτους, θα αυξήσουν σημαντικά το κόστος ζωής για τους Αμερικανούς.
Τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό έδειξαν ότι οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν μόλις κατά 0,1% από τον Απρίλιο έως τον Μάιο, ωστόσο, ορισμένα είδη, όπως τα παιχνίδια, είδαν πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις ενώ πολλά αγαθά που υπόκεινται σε υψηλότερους δασμούς δεν έχουν ακόμη φτάσει στα ράφια.
Οι εταιρείες, ειδικά εκείνες που έχουν ισχυρά κέρδη, θα μπορούσαν να επιλέξουν να μετακυλήσουν τις αυξήσεις σταδιακά στους καταναλωτές για να αποφύγουν την κατακόρυφη μείωση πωλήσεων, κάτι που όμως δεν έχουν την πολυτέλεια να κάνουν μικρότερες επιχειρήσεις.
Παρά τις όποιες δηλώσεις του προέδρου Τραμπ, οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι Αμερικανοί θα πληρώσουν τους αυξημένους δασμούς.
Φόβοι για αύξηση της ανεργίας
Όμως και η εικόνα της Αμερικανικής οικονομίας άρχισε «να μπάζει νερά» καθώς το οικονομικό κλίμα μειώνεται νωρίτερα φέτος.
Ωστόσο, οι πολιτικές απόψεις παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των απόψεων για την οικονομία, επομένως το κατά πόσον οι ανησυχίες θα οδηγήσουν τα νοικοκυριά σε περιορισμό των δαπανών μακροπρόθεσμα, παραμένει άγνωστο.
Τα πρώτα στοιχεία πάντως δείχνουν, ότι οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 0,9% από τον Απρίλιο έως τον Μάιο, τον δεύτερο συνεχόμενο μήνα πτώσης και η πρώτη διαδοχική πτώση από τα τέλη του 2023.
Οι συνολικές καταναλωτικές δαπάνες αυξήθηκαν με τον βραδύτερο ρυθμό από το 2020 τους πρώτους τρεις μήνες του έτους και υποχώρησαν απροσδόκητα τον Μάιο, τον πιο πρόσφατο μήνα για τον οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.
Ενώ η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί σημαντικά σε σύγκριση με πέρυσι, οι περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η οικονομία θα κλυδωνιστεί από μια ύφεση, στην οποία καθοριστικό ρόλο θα παίξει εάν η αγορά εργασίας συνεχίσει να αντέχει.
Παρόλο που οι επιχειρήσεις που έχουν ήδη ειδοποιήσει εργαζομένους τους για απολύσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά, προς το παρόν η ανεργία παραμένει χαμηλά στο 4,2%. Η δημιουργία θέσεων εργασίας τον περασμένο μήνα συνεχίστηκε με ρυθμό παρόμοιο με τον μέσο όρο των τελευταίων 12 μηνών.
«Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση στασιμότητας αυτή τη στιγμή στην οικονομία, ένα είδος αναμονής, που οφείλεται στην πολιτική αβεβαιότητα και αστάθεια», δήλωσε η Η Liz Ann Sonders, επικεφαλής στρατηγικών επενδύσεων στην Charles Schwab, μιλώντας στο BBC υποστήριξε ότι πολλές εταιρείες αντιδρούν με ένα «χρονικό όριο» στις προσλήψεις και τις επενδύσεις.
«Είναι δύσκολο να σκιαγραφήσουμε ένα σενάριο ανάκαμψης της ανάπτυξης από εδώ και πέρα. Το ερώτημα είναι εάν η ύφεση της οικονομίας θα είναι διαχειρίσιμη ή θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μια μεγαλύτερη ύφεση» υπογραμμίζει η Liz Ann Sonders.