Η Αμερική δεν έχει πρόβλημα ανταγωνιστικότητας. Το 1990, η Αμερικανική οικονομία αποτελούσε το 27.7% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Τριάντα πέντε χρόνια αργότερα, μετά από αρκετή απο-βιομηχάνηση, αποτελεί το 26.1%. Εξακολουθεί να είναι η πλουσιότερη οικονομία του πλανήτη. Το Δολάριο είναι, και θα παραμείνει πιθανότητα, το παγκόσμιο νόμισμα συναλλαγών για πολλά χρόνια, δίνοντας της το δικαίωμα να έχει μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό της και να χρηματοδοτεί το στρατό και την κοινωνία της. Οι στρατιωτικές δαπάνες, κάτι λιγότερο από $1τρις κατ’ έτος, είναι 5 φορές ανώτερες της Κίνας. Το Χόλυγουντ εξακολουθεί να προβάλλει τον αμερικανικό τρόπο ζωής σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου.
Η Αμερική έχει όμως πρόβλημα ανταγωνισμού -με την Κίνα. Η Κίνα το 1990 αποτελούσε 1.7% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Πλέον αποτελεί το 18%. Η τεχνολογία της έχει πλέον φτάσει την αμερικανική. Μπορεί να παράγει τεχνίτη νοημοσύνη, και μάλιστα με λιγότερο κόστος. Παράγει και εξάγει τα περισσότερα «πράσινα» αυτοκίνητα, σε σημείο που αναγκάζει τη Γερμανία να αλλάξει οικονομικό μοντέλο.
Όπως είναι φυσιολογικό, η Αμερική τρόμαξε. Κοιτώντας πέρα από τον τωρινό Πρόεδρο, η τελευταία γενιά Αμερικανών μεγάλωσε με την ιδέα ότι η χώρα μοιραία -και μοιρολατρικά- θα παραδώσει τα σκήπτρα στην Κίνα. Ο φόβος τους κυρίευσε, και άκουσαν τον πολιτικό που υποσχέθηκε ότι θα επιδείκνυε τη μεγαλύτερη πυγμή.
Όλο αυτό ακούγεται σαν ένα πολύπλοκο γεωπολιτικό παιχνίδι. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αμερικανικοί δασμοί, αλλά και προτάσεις για υποτίμηση του Δολαρίου και αναδιάρθρωση του χρέους, είναι διαπραγματευτικά εργαλεία, που θα βοηθήσουν τις ΗΠΑ να γίνουν πιο ανταγωνιστικές, θα πάρουν τον «αέρα» από τα πανιά της Κίνας, και θα ξαναδώσουν την αυτοπεποίθηση του «πλανητάρχη» στην αμερικανική περιφέρεια.
Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Τελικά, πρόκειται για ένα τεράστιο γεωπολιτικό αστείο.
Όσο η Αμερική ομφαλοσκοπούσε και ανησυχούσε από διάφορα μέσα ενημέρωσης που προμήνυαν καταστροφή, στο σημείο να δεχτεί διακυβεύσει τη δομή του κράτους της και την ισχύ του Συντάγματος, η Κίνα δεν χρειάζονταν βοήθεια για να επιβραδύνει σημαντικά. Ήδη η οικονομία της έχανε τη δυναμική της μετά τη Μεγάλη Κρίση του 2008. Η ζήτηση για τα αγαθά της μειώνονταν, καθώς οι ρυθμοί ανάπτυξης της Δύσης επιβράδυναν. Οι προσπάθειες να στραφεί στον εσωτερικό καταναλωτή δεν πέτυχαν. Οι Κινέζοι, που είδαν το μέσο όρο ζωής να ανεβαίνει αλλά χωρίς να έχουν ασφάλεια για τα γεράματα τους, αρνήθηκαν να μιμηθούν τους Δυτικούς τρόπους κατανάλωσης, και επέμειναν στις μεγάλες καταθέσεις (στα οικονομικά αυτό λέγεται Paradox of Thrift – όσο μεγαλύτερες οι καταθέσεις τόσο λιγότερες οι επενδύσεις και η κατανάλωση άρα και η ανάπτυξη).
Η μεγάλη κρίση στο Real Estate, που επηρέασε το 1/3 της οικονομίας, την επιβράδυνε περεταίρω. Η πανδημία και τα κλειστά σύνορα, οι επίθεση στις ελευθερίες του Χόνγκ Κόνγκ, οι απειλές στην Ταϊβάν και οι παρεμβάσεις στην εταιρική διακυβέρνηση θύμισαν στον κόσμο ότι δεν πρόκειται για καπιταλιστική, και συνεπώς καπιταλιστικά επενδύσιμη οικονομία, στερώντας της κεφάλαια. Τα εργοστάσια μπορεί να παρήγαγαν τα περισσότερα «πράσινα» αυτοκίνητα, αλλά η παραγωγική δυνατότητα υπερτερεί σημαντικά της διάθεσης των παγκόσμιων καταναλωτών να αγοράσουν αυτά που πουλάει, οδηγώντας σε σημαντικά κενά ανάπτυξης, υπολειτουργούντα εργοστάσια, κλπ.
Η Κίνα έκανε το μεγάλο άλμα. Άλλα η κλειστή αντίληψη για την οικονομία, οι μονοκρατορικές αντιλήψεις της ηγεσίας της και το δημογραφικό που καταρρέει, τελικά οδηγούσαν μαθηματικά το άλμα στο κενό.
Με άλλα λόγια, η Αμερική δεν χρειαζόταν ούτε να ανησυχεί, ούτε να διακυβεύσει τη δημοκρατία της, τη στιγμή που το δικό της οικονομικό μοντέλο αποδεικνυόταν τόσο ανώτερο του αντιπάλου. Αλλά οι δικοί της δαίμονες, που καλλιεργήθηκαν από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες γιγάντωσαν έναν εχθρό με σαφείς αδυναμίες.
Η επιθετική πολιτική του Λευκού Οίκου προσφέρει κάποια ανάσα στην Κίνα, επιτρέποντας της να πλησιάσει τους Ευρωπαίους και άλλους παραδοσιακούς συμμάχους της Αμερικής. Όμως στην πραγματικότητα οι Ευρωπαϊκές χώρες απλώς θέλουν να επικοινωνήσουν στον Λευκό Οίκο ότι δεν είναι δεδομένες – ασχέτως αν πραγματικά είναι, κάτι που το ξέρει και η Ουάσιγκτον. Δεν θα μπορέσουν να βοηθήσουν το Πεκίνο στα σχέδια του.
Όλο λοιπόν αυτό το μέγιστο γεωπολιτικό παίγνιο που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια κακοστημένη παράσταση. Στο τέλος τι θα γίνει;
Ο Λευκός Οίκος θα διαπραγματευτεί κάποιες εμπορικές συμφωνίες, οι οποίες δεν πρόκειται να αλλάξουν σημαντικά το status quo, αλλά θα του επιτρέψουν να «διακηρύξει τη νίκη».
Το Δολάριο θα παραμείνει το παγκόσμιο νόμισμα συναλλαγών.
Η Κίνα θα παραμείνει ανταγωνιστική, αλλά ποτέ δε θα γίνει «Αμερική».
AdvertisementΗ παγκόσμια ανάπτυξη θα μειωθεί λόγω των εμπορικών πολέμων και η ανεργία θα ανέβει. Όλοι θα χάσουν.
O πληθωρισμός θα γίνει πιο μεταβλητός, χωρίς απαραίτητα σαφή και ενιαία κατεύθυνση. Κάθε εμπορικό μπλοκ θα έχει άλλες πληθωριστικές συνθήκες, και άλλα επιτόκια.
Τα θεμέλια του Αμερικανικού κράτους θα δοκιμαστούν, και ίσως πάρει δεκαετίες για να επανέλθουν.
AdvertisementΗ μαζική απορρύθμιση σε πολλούς κλάδους θα φέρει ίσως μια βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη αλλά βάζει τα θεμέλια για μια πολύ-κρίση στο προσεχές μέλλον.
Advertisement