chat icon
Link copied!

Τι έχεις κάνει, εσύ εκεί πέρα

που κλαις ασταμάτητα

Advertisement
Advertisement

Πες τι έχεις κάνει

με τα νιάτα σου

Πολ Βερλαίν

 

Τη δεκαετία του ’80 υπήρξαν αρκετοί επιχειρηματίες, οι οποίοι ήταν αυτοδημιούργητοι και θεωρούσαν ότι είχαν καταφέρει να πετύχουν χάρη στα δύσκολα παιδικά τους χρόνια και στο γεγονός ότι από πολύ μικρή ηλικία δούλευαν πολύ σκληρά. Μεγάλωναν τα παιδιά τους νιώθοντας την υποχρέωση να τα «σκληραγωγήσουν» για να είναι έτοιμα για τη ζωή και να πετύχουν όπως εκείνοι. Οι γιαγιάδες των παιδιών αυτών, οι οποίες έζησαν τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και είδαν ανθρώπους να πεθαίνουν από την πείνα, αγωνιούσαν για το αν τα εγγόνια τους έτρωγαν καλά. Τα κυνηγούσαν εμμονικά με φαγητό και κατέρρεαν στην πιθανότητα να μην φάει το παιδί βραδινό.

Οι αγωνίες αυτές δεν ήταν ταιριαστές στη δεκαετία του ’80. Εκείνη την εποχή τα περισσότερα παιδιά δεν χρειαζόταν να είναι σκληρά για να επιβιώσουν και φυσικά δεν κινδύνευαν να πεθάνουν από ασιτία, αλλά αντίθετα είχαν προβλήματα επειδή ήταν υπέρβαρα. Οι κηδεμόνες αυτοί δεν ζούσαν στην εποχή τους, αλλά στη δική τους παιδική ή εφηβική ηλικία, οι οποίες ήταν σημαδεμένες από συνθήκες φτώχειας, στέρησης, κινδύνου, σωματικού και ψυχικού πόνου. Τα αντανακλαστικά τους λειτουργούσαν  όχι σε συνάρτηση με την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση, αλλά με βάση το παρελθόν που είχαν γνωρίσει οι ίδιοι ως παιδιά.

Advertisement

Αυτά είναι τα ενστικτώδη αντανακλαστικά του γονέα, προσπαθεί να προστατέψει το παιδί του από τον πόνο που γνώρισε ο ίδιος και να του προσφέρει τις χαρές που ήταν για εκείνον σημαντικές. Κλεισμένος στο δικό του παρελθόν, όμως, δεν μπορεί να κοιτάξει καθαρά γύρω του το τώρα και να καταλάβει πώς βιώνει το παιδί του τον κόσμο.

Κάποτε μας εκνεύριζε πολύ να ακούμε «στην ηλικία σου εγώ δούλευα». Με ευκολία όμως σήμερα θα πούμε στα παιδιά «εμείς παίζαμε στις γειτονιές και δεν κρατούσαμε διαρκώς ένα κινητό τηλέφωνο». Αυτό που παραβλέπουμε, όταν το λέμε αυτό στα παιδιά, είναι ότι σήμερα δεν υπάρχουν γειτονιές για να παίξουν μόνα τους έξω. Τα κατηγορούμε για κάτι, για το οποίο δεν φταίνε.

Πριν βιαστούμε λοιπόν να καταδικάσουμε απόλυτα τη νέα γενιά, π.χ. για αδιαφορία απέναντι στη μάθηση, θα είχε ενδιαφέρον να προσπαθήσουμε να φανταστούμε πώς σκέφτονται. Κάποτε οι σπουδές ήταν ο μόνος δρόμος για μια καλύτερη ζωή. Γιατί να έχουν κίνητρο για σπουδές τα παιδιά των μορφωμένων σήμερα, όταν βλέπουν τους γονείς τους να καταριούνται κάθε μέρα τη ζωή τους επιστρέφοντας από τη δουλειά; Πώς να πειστούν ότι πρέπει να απομνημονεύσουν κείμενα από το βιβλίο της Ιστορίας, όταν μπορούν με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης να έχουν ανά πάσα στιγμή μέσα σε δευτερόλεπτα έγκυρες πληροφορίες για οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός;

Advertisement

Και οι παλιοί που κρίνουν εμάς τους σημερινούς γονείς ανηλίκων τόσο αυστηρά, θα αντιστέκονταν άραγε εκείνοι σθεναρά στην τεχνολογία, αν υπήρχε στην εποχή τους; Γιατί δεν τους είδαμε να αντιστέκονται καθόλου στον εθισμό τους στη νικοτίνη, κάπνιζαν μέχρι και στο ασανσέρ και σε αυτοκίνητα με κλειστά παράθυρα με τα παιδιά τους μέσα. Όπως επίσης δεν αντιστάθηκαν καθόλου στο χρήμα που έρεε παντού και στην απληστία τις χρυσές δεκαετίες πριν την οικονομική κρίση. Κάθε εποχή έχει τρόπους να υποδουλώνει μαζικά τους ανθρώπους.

Η εξιδανίκευση των αλλοτινών εποχών δεν βοηθά. Αντίθετα, μας κάνει να νιώθουμε πως έχουμε εκδιωχθεί από κάποιο χαμένο παράδεισο και θα σωθούμε μόνο αν επιστρέψουμε ξανά σε παλιότερους τρόπους ζωής ακριβώς όπως υπήρξαν. Όμως, είναι εντελώς αδύνατο να επιστρέψουμε στην εποχή της βιντεοκασέτας ή στην εποχή που οι άνθρωποι μετακινούνταν με κάρο. Κι επίσης, κάθε εποχή έχει δυσλειτουργίες, βία, αντικοινωνικές συμπεριφορές, σκοτεινή σεξουαλικότητα. Για παράδειγμα, στις «ρομαντικές» εποχές που μας περιγράφουν οι μεγαλύτεροι, όταν σοκάρονται τάχα από τον σημερινό εφηβικό έρωτα, ήταν πλήρως αποδεκτό ένας πατέρας να πληρώνει υπηρεσίες πορνείας για να μυηθεί στο σεξ ο δεκαπεντάχρονος γιος του.

Τελικά, είμαστε όλοι προϊόντα της εποχής στην οποία μεγαλώσαμε. Και είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε εγκλωβισμένοι ξανά και ξανά στη δική μας παιδική ηλικία, στις χαρές της και στα τραύματά της, αν δεν επεξεργαστούμε την προσωπική και κοινωνική μας ιστορία.

Advertisement

Το χάσμα γενεών εκφράζεται με ειρωνεία, διάθεση για κήρυγμα, απαξίωση, μνησικακία, θυμό. Οι εξιδανικεύσεις και ο μηδενισμός, όμως, δεν φέρνουν ποτέ γόνιμο διάλογο.

Σαμποτάρουμε το μέλλον όταν αρνούμαστε ότι το παρελθόν είναι γεμάτο γνώση και δώρα αλλά και όταν δεν δεχόμαστε ότι ο κόσμος πάντα άλλαζε και πάντα θα αλλάζει. Κυρίως, δεν μπορούμε να συνομιλήσουμε σε έναν κοινό τόπο και χάνουμε την ευκαιρία να μάθει η μία γενιά από την άλλη.

Advertisement