*Γράφει ο Χρυσοβαλάντης Παπαθανασίου, διδάκτωρ Κοινωνικής Ψυχολογίας του Aix-Marseille Université και Αναπληρωτής Γραμματέας του Τομέα Ψυχικής Υγείας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής.
Φέτος συμπληρώνονται 20 χρόνια από τη διοργάνωση του πρώτου Athens Pride. Το 2005, μερικές εκατοντάδες άνθρωποι στάθηκαν στην πλατεία Κλαυθμώνος με δισταγμό, αλλά και θάρρος, διεκδικώντας σεβασμό. Σήμερα, δεκάδες χιλιάδες γεμίζουν με υπερηφάνεια την πλατεία Συντάγματος, μετρώντας —όπως λέει το φετινό σύνθημα— στιγμές αγώνα, λύπης και νίκης που σημάδεψαν αυτή τη διαδρομή. Αναμφισβήτητα, στα 20 αυτά χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος, όμως ο δρόμος προς την ουσιαστική αποδοχή είναι ακόμη μακρύς.
AdvertisementAdvertisementΠίσω από τη γιορτή, τη μουσική και τα πολύχρωμα πανό, παραμένει μια σιωπηλή κρίση: η ψυχική υγεία της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας εξακολουθεί να βρίσκεται σε κίνδυνο. Εμείς, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, έχουμε χρέος να αναδεικνύουμε αυτή τη σκληρή πτυχή της ΛΟΑΤΚΙ+ πραγματικότητας, που συχνά καλύπτεται επιμελώς με στρώσεις γκλίτερ και κονφετί στα χρώματα του ουράνιου τόξου.
Τα ποσοστά κατάθλιψης, άγχους, μετατραυματικού στρες, αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών και αυτοκτονικού ιδεασμού είναι σημαντικά υψηλότερα στα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Οι λεσβίες, οι γκέι και οι αμφιφυλόφιλοι/-ες έχουν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες εμφάνισης κατάθλιψης σε σύγκριση με τους ετεροφυλόφιλους/-ες, ενώ τα διεμφυλικά (transgender) και τα μη δυαδικά (non-binary) άτομα διατρέχουν τετραπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου και παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά απόπειρας αυτοκτονίας συγκριτικά με τα cisgender άτομα. Αντίστοιχα αυξημένα είναι και τα ποσοστά αγχωδών διαταραχών και διαταραχής μετατραυματικού στρες στα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, που συχνά συνδέονται με κακοποίηση στην παιδική ηλικία, σχολικό εκφοβισμό και συνεχιζόμενη θυματοποίηση.
Αυτή η υψηλή ψυχολογική νοσηρότητα δεν οφείλεται σε κάποια εγγενή «ευαλωτότητα» που σχετίζεται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου. Οι αιτίες είναι σαφείς: κοινωνικός αποκλεισμός, διακρίσεις και θεσμική κακομεταχείριση.
Το μοντέλο του μειονοτικού στρες από την Κοινωνική Ψυχολογία μάς βοηθά να κατανοήσουμε πώς το χρόνιο κοινωνικό άγχος που βιώνουν τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα επιβαρύνει σοβαρά την ψυχική τους υγεία. Η απόρριψη, η βία, οι διακρίσεις και ο κοινωνικός αποκλεισμός, καθώς και η διαρκής προσπάθεια απόκρυψης της ταυτότητας ως μέτρο αυτοπροστασίας από τον στιγματισμό, αποτελούν καθημερινές εμπειρίες για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Η συσσώρευση αυτών των ψυχοτραυματικών βιωμάτων, από την παιδική ηλικία, οδηγεί σταδιακά σε ψυχική εξουθένωση.
Σε συνθήκες εχθρότητας και έλλειψης υποστήριξης, πολλά ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα καταφεύγουν σε δυσπροσαρμοστικούς τρόπους αντιμετώπισης των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν. Τα ποσοστά ουσιοεξάρτησης και διαταραχών πρόσληψης τροφής είναι ανησυχητικά υψηλά σε αυτή την πληθυσμιακή ομάδα. Στις ΗΠΑ, το 20–30% των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων αναφέρουν προβλήματα χρήσης ουσιών, σε σύγκριση με περίπου 9% του γενικού πληθυσμού. Οι λεσβίες και οι αμφιφυλόφιλες γυναίκες έχουν διπλάσιες πιθανότητες από τις ετεροφυλόφιλες να κάνουν κατάχρηση αλκοόλ, ενώ τα διεμφυλικά άτομα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαταραχών πρόσληψης τροφής, συχνά ως τρόπο απόκρυψης ή άρνησης των χαρακτηριστικών του φύλου τους.
Επιπλέον, η εσωτερικευμένη ομοφοβία και τρανσφοβία —όταν δηλαδή τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αφομοιώνουν τα αρνητικά κοινωνικά μηνύματα για την ταυτότητά τους— δημιουργεί πρόσθετη ψυχική επιβάρυνση. Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος αυτοαμφισβήτησης, ντροπής και απομόνωσης, που επιδεινώνει την ψυχική υγεία και αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αυτοκτονίας.
AdvertisementΟι αριθμοί είναι σοκαριστικοί: στις ΗΠΑ, σχεδόν το 30% των ΛΟΑΤΚΙ+ νέων αναφέρουν ότι έχουν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν τουλάχιστον μία φορά, ενώ 1 στους 5 διεμφυλικούς εφήβους έχει κάνει απόπειρα. Η επικινδυνότητα αυξάνεται δραματικά όταν τα νεαρά αυτά άτομα βιώνουν απόρριψη από την οικογένειά τους. Σύμφωνα με το Family Acceptance Project —ένα ερευνητικό, εκπαιδευτικό και κλινικό πρόγραμμα του San Francisco State University— τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα νεαρής ηλικίας που δεν ζουν σε υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον παρουσιάζουν οκταπλάσιες πιθανότητες να αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν.
Τα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αντιμετωπίζουν επίσης σοβαρά εμπόδια στην πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Τα εμπόδια αυτά είναι τόσο διαπροσωπικά όσο και συστημικά και περιλαμβάνουν —μεταξύ άλλων— μεροληπτικές και κακοποιητικές συμπεριφορές από επαγγελματίες ψυχικής υγείας, έλλειψη εφαρμογής στοχευμένων κλινικών παρεμβάσεων, καθώς και γεωγραφικούς και οικονομικούς περιορισμούς στην πρόσβαση σε φιλικές προς την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα δομές.
Παρότι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα είναι πολύ πιθανό να χρειαστούν ψυχική υποστήριξη σε κάποια φάση της ζωής τους, συχνά βιώνουν ανασφάλεια και αποθάρρυνση στην αναζήτηση βοήθειας, λόγω του φόβου απόρριψης ή/και κακομεταχείρισης από τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που διεξήχθη σε δείγμα ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, τα οποία λάμβαναν υπηρεσίες ψυχικής υγείας, η εμπειρία της «απειλής του στερεοτύπου» (stereotype threat) σχετίστηκε σημαντικά με αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβο, νευρικότητα, ανησυχία και συναισθηματική ένταση κατά την αλληλεπίδραση με τους θεραπευτές, καθυστέρηση στην αναζήτηση ψυχολογικής υποστήριξης και χειρότερη αυτοαντίληψη της ψυχικής υγείας. Ειδικά τα διεμφυλικά, μη δυαδικά και άλλα φυλοδιαφορετικά (genderqueer) άτομα φαίνεται να πλήττονται δυσανάλογα σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, εξαιτίας τόσο των προκαταλήψεων όσο και της θεσμικής αδιαφορίας και αδράνειας.
AdvertisementΈνας σημαντικός αριθμός ερευνών καταδεικνύουν ότι τα εμπόδια πρόσβασης σε υποστηρικτικές υπηρεσίες εντείνουν τις ανισότητες στην υγεία, ενισχύουν το στίγμα και την απομόνωση και επιδεινώνουν την ψυχική υγεία.
Στην Ελλάδα, οι δημόσιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας για ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα είναι ανύπαρκτες. Απουσιάζουν τόσο εξειδικευμένες δομές και όσο και επαγγελματίες με επαρκή επιμόρφωση σε ζητήματα φύλου και σεξουαλικότητας. Δεν εφαρμόζονται ενιαία θεραπευτικά πρωτόκολλα, ενώ η θεσμική αναγνώριση της συμπεριληπτικής φροντίδας παραμένει απογοητευτικά περιορισμένη.
Απαιτείται μια ολιστική εθνική στρατηγική, η οποία θα αναγνωρίζει τις ιδιαίτερες ανάγκες της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και θα τις εντάσσει στις γενικότερες πολιτικές ψυχικής υγείας και κοινωνικής συνοχής. Πέρα από την ανάπτυξη εξειδικευμένων υπηρεσιών, χρειάζεται θεσμοθέτηση κατευθυντήριων γραμμών για συμπεριληπτική κλινική πρακτική, ενίσχυση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και της συνεχιζόμενης επιμόρφωσης των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, καθώς και δημιουργία μηχανισμών αξιολόγησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Κρίσιμη είναι επίσης η ενεργή εμπλοκή της ίδιας της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας στη διαμόρφωση πολιτικών και πρακτικών, ώστε οι παρεμβάσεις να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στις ανάγκες των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται.
AdvertisementΩστόσο, οι θεσμικές παρεμβάσεις, όπως η πρόσφατη κατοχύρωση της ισότητας στον γάμο, δεν επαρκούν από μόνες τους αν δεν συνοδεύονται από ευρύτερη κοινωνική αποδοχή. Η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, η συστηματική εκπαίδευση για θέματα φύλου και σεξουαλικότητας από την παιδική ηλικία μέσω της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, η καταπολέμηση της ρητορικής μίσους στον δημόσιο λόγο, καθώς και η ανάδειξη θετικών προτύπων σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για τη σταδιακή υπέρβαση του στίγματος και την ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
Advertisement
Υπερηφάνεια χωρίς Ψυχική Οδύνη
Η πραγματικότητα απαιτεί μια συνολική εθνική στρατηγική, η οποία θα εντάσσει τις ανάγκες της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας στις γενικότερες πολιτικές ψυχικής υγείας και κοινωνικής συνοχής
