Για άλλη μια φορά προκύπτει η ανάγκη ενός άλλου κράτους, στοχευμένου στην εξυπηρέτηση του πολίτη και στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που θα του παρέχει εθνική ασφάλεια και αξιοπρεπή διαβίωση,
«Δεν έχεις κανένα να φαίνεται πως σου νοικιάζει μερικά στρέμματα, να πάρεις επιδότηση;» Ερώτηση που άκουγες συνεχώς, και όχι μόνο στην Κρήτη, τα περασμένα χρόνια. Τελικά πρέπει πως ήταν πολλοί αυτοί που τελικά τους νοίκιασε εκτάσεις ο γνωστός, με αποτέλεσμα να καταστεί ορατή η κατάσταση αυτή από τις Ευρωπαϊκές αρχές, ενώ οι ελληνικές βολεύονταν με την κατάσταση. Και άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι μιας ακόμα ιστορίας που δείχνει πώς τελικά πυροβολούμε τα πόδια μας.
Το ένα σκέλος του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ αφορά στο πρόστιμο που επιβλήθηκε στην Ελλάδα. Αυτό δε συνδέεται με τις ψευδείς δηλώσεις εκτάσεων προς προσπορισμό επιδοτήσεων, αλλά με την ανεπαρκή λειτουργία του κράτους. Όπως γράφει ο Νίκος Ντάσιος (Οι ρίζες του σκανδάλου ΟΠΕΚΕΠΕ και ο παρασιτικός εκσυγχρονισμός), «αφορά στις ελλείψεις σε σχέδια βόσκησης, με υπαίτιο τις Περιφέρειες, την μη ολοκλήρωση της κτηματογράφησης σε πολλές αγροτικές περιοχές και τις αστοχίες των ψηφιακών υποδομών που διαχειρίζονται τεχνικοί σύμβουλοι. Οι ελλείψεις αυτές που αποτελούσαν προαπαιτούμενο στην εκχώρηση και διάθεση ευρωπαϊκών κονδυλίων, σύμφωνα με τον Κανονισμό, επισύρουν διοικητικό πρόστιμο που θα επιστραφεί στην Κοινότητα από το Ελληνικό δημόσιο μέσω δημοσιονομικής διόρθωσης ή συμψηφισμό με μελλοντικές επιχορηγήσεις».
Δηλαδή για άλλη μια φορά το κράτος που υποτίθεται πως δημιουργεί ένα πλαίσιο που υποβοηθά τη δράση των πολιτών, είναι αυτό που την τορπιλίζει. Γιατί χωρίς οργάνωση εκ μέρους του κράτους οι πολίτες δε μπορούν να δραστηριοποιηθούν αποτελεσματικά, αντίθετα βρίσκουν εμπόδια και τελικά αποπροσανατολίζονται οι προσπάθειές τους στο πώς θα ελιχθούν ανάμεσα στα εμπόδια που τους θέτει η κρατική αδιαφορία.
Πρόκειται για το κράτος που λειτουργεί ενάντια στο έθνος, όπως έχουμε κατά καιρούς επισημάνει, με ολέθρια αποτελέσματα, που εκτείνονται σε όλους τους τομείς: Στα εθνικά θέματα υπάρχει η αδυναμία διάγνωσης της τουρκικής απειλής και τα φοβικά σύνδρομα, η απουσία βούλησης τοπικής παραγωγής ή συμπαραγωγής αμυντικού υλικού, στις υποδομές μεταξύ άλλων η αδιαφορία για τα μέσα σταθερής τροχιάς και την υλοποίηση της σύμβασης 717, που οδήγησε στο θάνατο 57 ανθρώπων στα Τέμπη, στο δημογραφικό η ανυπαρξία πολιτικής για την αντιστροφή της κατάρρευσης των γεννήσεων, στην παραγωγή η υποβάθμιση του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, το ξεπούλημα της εθνικής γης μέσω προγραμμάτων χρυσής βίζας που αναπληρώνει την απουσία δημιουργίας πλούτου από παραγωγικές πηγές, κι ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Η στρεβλή λειτουργία του κράτους οδήγησε και στο σκάνδαλο των ψευδών δηλώσεων προς λήψη επιδοτήσεων, που τώρα ξεδιπλώνεται. Αυτό είναι που έφερε της Ευρωπαία Εισαγγελέα στην Ελλάδα, και που ανέδειξε για ακόμα μια φορά τη λειτουργία ενός κράτους υπηρέτη κομματικών σκοπιμοτήτων.
Μια πρώτη κεντρική επισήμανση είναι η ίδια η φύση των επιδοτήσεων, που συνδέεται με αυτά που γράφαμε παραπάνω για την παραμέληση της παραγωγής από το κράτος: Αποσυνδέθηκαν από την παραγωγή και συνδέθηκαν με δήλωση εκτάσεων. Αυτό αποτέλεσε την κινητήριο δύναμη για τη δημιουργία του φαινομένου που ερευνά τώρα η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Γιατί ώθησε τους αγρότες να μη στοχεύουν σε παραγωγή αλλά σε δηλώσεις εκτάσεων. Κι ακόμα εδώ εντοπίζεται μια ακόμα αβελτηρία του κράτους: Όταν συζητιόταν ο ορισμός των βοσκοτόπων στην Ευρώπη, οι εκπρόσωποί μας δεν μερίμνησαν να αναδείξουν την ιδιαιτερότητα της ελληνικής υπαίθρου, όπου οι βοσκότοποι δεν είναι μόνο χορτολιβαδικοί αλλά και θαμνολιβαδικοί, οπότε οι Έλληνες κτηνοτρόφοι ξεκινούσαν από μειονεκτική βάση, αφού δεν αναγνωρίζονταν πολλοί βοσκότοποί τους ως τέτοιοι.
Επιπλέον, δεν καταρτίστηκαν σχέδια βόσκησης και δε χρησιμοποιήθηκαν χάρτες· ένα αρχείο Excel ήταν η βάση, που επέτρεπε παρεμβάσεις από το κομματικό κατεστημένο προς εξυπηρέτηση της πελατείας του. Κι αυτό είναι το θεμέλιο της όλης κακοδαιμονίας μας: Ένα κράτος ανίκανο, για να κρατά σε ηρεμία την κατάσταση, ενθαρρύνει τους πολίτες του να δηλώσουν ψευδή στοιχεία και βάσει αυτών να λάβουν επιδοτήσεις που δε δικαιούνται. Με αυτό τον τρόπο, δίχως επιβάρυνση του ελλειμματικού προϋπολογισμού (ο οποίος με το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο θα ήταν πλεονασματικός), το κράτος διανέμει χρήματα σε πολίτες και τους καθιστά ψηφοφοριακούς ομήρους του. Δίπλα σ’ αυτό, υπάρχει μια κοινωνία που έχει από δεκαετίες εθιστεί στην ανυπαρξία του κράτους και στην υποκατάσταση αυτής με μικροαπατεωνιές που τελικά καθίστανται κολοσσιαίες και μη διαχειρίσιμες, εκθέτοντας τη χώρα στην Ευρώπη και απαξιώνοντας ευρύτερα το όποιο κύρος αυτή διεκδικεί.
Το ρεύμα των ψευδών δηλώσεων και των μαϊμού επιδοτήσεων ήταν τόσο μεγάλο, που όποιος μπορεί να είχε ενστάσεις και να επέλεγε να μη συμμετάσχει θεωρούνταν δαχτυλοδειχτούμενος αφελής. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα η απότομη διακοπή αυτού του περιβάλλοντος ψεύτικης ευμάρειας, η επιστροφή των επιδοτήσεων και τελικά η δυσαρέσκεια ενός εκλογικού σώματος το οποίο στόχευαν να ευχαριστήσουν με το λάθος τρόπο οι κομματικοί παράγοντες.
Για άλλη μια φορά προκύπτει η ανάγκη ενός άλλου κράτους, στοχευμένου στην εξυπηρέτηση του πολίτη και στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που θα του παρέχει εθνική ασφάλεια και αξιοπρεπή διαβίωση, μέσα από την ανταμοιβή του μόχθου και όχι της κουτοπονηριάς.
Και για άλλη μια φορά, η ευθύνη για να αλλάξει το κράτος πέφτει στο λαϊκό σώμα. Γιατί οι ελίτ επιδιώκουν τη διαιώνιση αυτής της κατάστασης, ενώ η κοινωνία καταδυναστεύεται από αυτήν.